Γκοντάρ

Γκοντάρ
(Gondar). Πόλη (142.100 κάτ. το 2002) της Αιθιοπίας. Αρχικά ήταν ένα ασήμαντο χωριό, απέκτησε όμως μεγάλη σπουδαιότητα στο πρώτο μισό του 17ου αι., όταν ο νεγκούς Φασιλαντάς (1632-1667) την επέλεξε ως νέα πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας. Ο αυτοκράτορας και οι διάδοχοί του την πλούτισαν έπειτα με πολυτελείς πύργους και πολυάριθμες εκκλησίες, με τη βοήθεια Λεβαντίνων και Πορτογάλων τεχνητών και μαστόρων. Αφού παρέμεινε έδρα της αυλής ακόμα και στη διάρκεια της περιόδου της αναρχίας, που ταλαιπώρησε για περισσότερο από έναν αιώνα την αυτοκρατορία της Αβησσυνίας (όπως ονομαζόταν παλαιότερα η Αιθιοπία), παρήκμασε γρήγορα μετά το 1855, όταν ο Θεόδωρος Β’ μετέφερε την πρωτεύουσα στα Μάγδαλα. Το 1889 λεηλατήθηκε από τους Σουδανούς δερβίσηδες. Πρωτεύουσα της διοίκησης της Αμάρα στο τμήμα της ανατολικής Αφρικής που ήταν υπό την ιταλική κατοχή, κατελήφθη από τους Άγγλους στις 28 Νοεμβρίου 1941. Η Γ. βρίσκεται σε υψόμετρο 2.121 μ. πάνω στην πλαγιά ενός βουνού που κατεβαίνει με πλατιές χαράδρες προς τη βόρεια ακτή της λίμνης Τάνα. Η αυτοκρατορική πόλη και τα λουτρά του Φασιλαντάς, η εκκλησία Ντέμπρα Μπεράν και το χωριό των μαύρων Εβραίων Φαλασά είναι τα σημεία που έχουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον στην πόλη. Επιπλέον, ο γειτονικός πύργος του Κουσκουάμ, έδρα της βασίλισσας Μεντουάμπ, αποτελεί με τα μεγαλοπρεπή ερείπιά του ένα πολύ σημαντικό αρχαιολογικό συγκρότημα. Ζωοτεχνική αγορά και αγορά αγροτικών προϊόντων (ελαιόσποροι, δημητριακά, καφές, βαμβάκι), η πόλη ανέπτυξε πρόσφατα τη βιομηχανία στον υφαντουργικό τομέα και στον τομέα τροφίμων. Αποτελεί οδικό κόμβο και εξυπηρετείται από ένα αεροδρόμιο. Εξάλλου, με την ίδια ονομασία υπάρχουν και δύο περιφέρειες της Αιθιοπίας (βόρειο και νότιο Γ.), με συνολικό πληθυσμό 4.543.000 κατ. (2000).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Γκοντάρ, Zαν Λικ — (Jean Luc Godard, Παρίσι 1930 –). Γάλλος σκηνοθέτης του κινηματογράφου. Ξεκίνησε από το περιοδικό Cahiers du Cinéma,γύρισε πολλές ταινίες μικρού μήκους αυτοσχεδιάζοντας, αλλά καθιερώθηκε με την ταινία Με κομμένη την ανάσα (1960),με την οποία… …   Dictionary of Greek

  • Αιθιοπία — Κράτος της ανατολικής Αφρικής.Συνορεύει στα Β και στα Δ με το Σουδάν, στα Ν με την Κένυα, στα ΝΑ με τη Σομαλία και στα ΒΑ με το Τζιμπουτί και την Ερυθραία.Μετά την απόσπαση της Ερυθραίας (1993), η Α. (αιθιοπ. Γιατγιόπια Μανγκουίστ) δεν έχει πλέον …   Dictionary of Greek

  • Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …   Dictionary of Greek

  • κινηματογράφος — Μέσο έκφρασης και παρουσίασης, το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνική της αποτύπωσης ακίνητων εικόνων σε φιλμ και της προβολής τους σε οθόνη, μέσω τεχνικών διαδικασιών, οι οποίες δημιουργούν την ψευδαίσθηση της κίνησης. Τα κύριαφαινόμενα που συντελούν …   Dictionary of Greek

  • βαλλιστικά βλήματα — Ο όρος β.β. καθιερώθηκε στη σύγχρονη τεχνική ορολογία μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο και σημαίνει κινητά σώματα που εκτοξεύονται και διατηρούνται στην τροχιά τους με συστήματα αυτοπροώθησης και ενδοαντίδρασης ή με κινητήρες αντίδρασης διαφόρων… …   Dictionary of Greek

  • Ιπέρ, Ιζαμπέλ — (Isabelle Huppert, Παρίσι 1955 –). Γαλλίδα ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου. Απόφοιτος του παρισινού Ωδείου, η Ι. εξελίχθηκε σταδιακά σε μία από τις πιο σημαντικές παρουσίες του θεάτρου και του κινηματογράφου της πατρίδας της, αλλά και …   Dictionary of Greek

  • Λεγκράν, Μισέλ — (Michel Legrand, Παρίσι 1932 –). Γάλλος μουσικοσυνθέτης. Με κλασικές σπουδές στο Ωδείο του Παρισιού, ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του ως πιανίστας συνοδεύοντας διάφορους ερμηνευτές, όπως τη Ζιλιέτ Γκρεκό και τον Μπινγκ Κρόσμπι. Γνώρισε μεγάλη… …   Dictionary of Greek

  • Μάμετ, Ντέιβιντ — (David Mamet, Σικάγο 1947 –). Αμερικανός θεατρικός συγγραφέας, σεναριογράφος, σκηνοθέτης και ηθοποιός. Σπούδασε αγγλική λογοτεχνία στο κολέγιο Γκοντάρ του Βερμόντ και στη συνέχεια παρακολούθησε μαθήματα θεάτρου στη Νέα Υόρκη (1967 69). Εργάστηκε… …   Dictionary of Greek

  • Μελβίλ, Ζαν Πιέρ — (Jean Pierre Melville, Παρίσι 1917 – 1973). Γάλλος σκηνοθέτης, ηθοποιός και παραγωγός. Το πραγματικό του όνομα είναι Ζαν Πιερ Γκρουμπάς (Jean Pierre Grumbach) και υιοθέτησε το ψευδώνυμό του από τον συγγραφέα Χέρμαν Μέλβιλ. Ενδιαφέρθηκε σε νεαρή… …   Dictionary of Greek

  • Μπαρντό, Μπριζίτ — (Brigitte Bardot, Παρίσι 1934 –). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της Γαλλίδας ηθοποιού και τραγουδίστριας Καμίλ Τζαβάλ (Camille Javal). Πρώην μοντέλο που εξελίχθηκε σε ένα από τα πιο δημοφιλή σύμβολα του σεξ όλων των εποχών στον κινηματογράφο στην… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”